Ο Κωνσταντίνος Κανάρης πυρπολεί την τούρκικη ναυαρχίδα.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης πυρπολεί
την τούρκικη ναυαρχίδα.
Εκδικητής για την καταστροφή της Χίου
Ο ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη. Γι’ αυτό το λόγο πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Γιώργης Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου (1822), όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμ και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς του στόλου για ολονύχτιο γλέντι.
![]() |
“Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη” του Νικηφόρου Λύτρα |
Ο Κανάρης κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη ναυαρχίδα και να
του βάλει φωτιά. Ο Πιπίνος το κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε
καλά, αυτό ξεκόλλησε και παρασυρμένο από τον αέρα κάηκε χωρίς να κάνει ζημιά.
Όμως το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα πήρε
φωτιά η μπαρουταποθήκη της, τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. Αποτέλεσμα 2.000
Τούρκοι βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο
Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα καιόμενο κομμάτι κατάρτι μπήκε σε μία
βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή. Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την
Ελλάδα και όλο τον κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες. Η
ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας εκλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό τύπο σαν
εκδίκηση και ένδειξη ηρωισμού. Η All. Zeitung γράφει ότι «η ιστορία θα
καταστήσει γνωστόν εις τας επομένας γενεάς το θάρρος των Ελλήνων ναυτικών».
Ο Γερμανός ναύαρχος Βίλχελμ φον Κανάρις (1887-1945) ισχυριζόταν ότι καταγόταν από τη Χιακή
Διασπορά, που προέκυψε από τη Σφαγή της Χίου. Έλεγε ότι καταγόταν από την
οικογένεια του Έλληνα Ψαριανού ναυάρχου αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης του
1821, φημισμένου μπουρλοτιέρη και μετέπειτα πολιτικού Κωνσταντίνου Κανάρη.
Ήταν Γερμανός ναύαρχος και κατά τη διάρκεια του ναζιστικού καθεστώτος Αρχηγός
της Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας (Abwehr) του γερμανικού Γενικού Επιτελείου.
Συγκεκριμένα ο ίδιος φέρεται να είχε αναφέρει πως αναζητώντας το γενεαλογικό
δένδρο της οικογενείας του είχε βρει πως η οικογένειά του καταγόταν άμεσα από
τον Θωμά Κανάρη, που είχε εγκατασταθεί στην Γερμανία στη περιοχή της λίμνης
Κόμο περί τα τέλη του 17ου αιώνα. Πράγματι, το επίθετο Κανάρις δείχνει ότι
ίσως να υπάρχει κάποια σχέση, πλην όμως η ακριβής καταγωγή του δεν διασταυρώθηκε.
Το γεγονός ότι ο Κανάρις έκανε λαμπρή σταδιοδρομία στο Ναυτικό και έφθασε στο
βαθμό του Ναυάρχου είναι ένα επιπλέον στοιχείο υπέρ της συγγένειάς του, καθώς
και το ότι ήταν και είναι μέχρι σήμερα συχνό στις παραδοσιακές ελληνικές
οικογένειες να κρατούνται οι παραδόσεις και στα επαγγέλματα.
Σημειώνεται ότι ο Κωνσταντίνος Κανάρης απεβίωσε το 1877. Είχε έξι ή
επτά παιδιά. Το πιο πιθανό είναι ο Κανάρις, αν είναι όντως συγγενής του
Κωνσταντίνου, να είναι παιδί του Λυκούργου Κανάρη, ο οποίος σπούδασε νομικά και
την περίοδο εκείνη, και λόγω βαυαροκρατίας, εστάλη από τον πατέρα του στην
Γερμανία για σπουδές. Από άποψη χρονολογιών είναι η πιο πιθανή περίπτωση.
Απόγονος του Κανάρις υπήρξε ο Κλάους – Βίλχελμ Κανάρις (Claus-Wilhelm
Canaris), καθηγητής της Νομικής στην Γερμανία. Σύμφωνα με έρευνα του Ιακώβου
Χονδροματίδη, διπλωματούχου στρατιωτικής ιστορίας της φιλοσοφικής Σχολής
Άαχεν, ο Κανάρις βρέθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά με τους γονείς του σε
διακοπές το Καλοκαίρι του 1902. Τότε γνώρισε τα περί του Έλληνα Κανάρη, η
ιστορία του οποίου και κέντρισε τη φαντασία του περί της θάλασσας και της
ναυτικής τέχνης. Αυτό είχε ως συνέπεια αργότερα ο πατέρας του να του χαρίσει
μικρό ομοίωμα της προτομής του Έλληνα ναυάρχου. Κατά μαρτυρία επίσης Έλληνα
διπλωμάτη, ο Κανάρις όταν είχε πλέον αναλάβει Αρχηγός της Άμπβερ είχε
αναρτημένο στο σαλόνι της οικίας του στο Βερολίνο το πορτραίτο του Κωνσταντίνου
Κανάρη.
Όμως ο φον Κανάρις ήταν πολύ περισσότερα απ’ όσα μας λένε οι ιστορικοί.
Μελέτησε το άρθρο “Οι Δύο Φατρίες Που Κυβερνούν Τον Πλανήτη !” Μετά την
αποτυχία της απόπειρας δολοφονίας του Hitler, πολλοί από τους κοντινούς
συμμάχους του Canaris διέφυγαν στις ΗΠΑ. Οι υπόλοιποι βασανίστηκαν φρικτά και
δολοφονήθηκαν. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ο ναύαρχος Canaris φυλακίστηκε
και ετοιμάζονταν να τον βασανίσουν για να αποκαλύψει την αλήθεια της
συνωμοσίας, όταν κατάπιε κυάνιο και πέθανε. Σύμφωνα όμως με πηγές από τα
παιδιά των ανδρών της Abwehr, ο ναύαρχος Canaris διέφυγε στις ΗΠΑ και
έζησε στην Oklahoma με το όνομα Samuel Randall Pitman, ως δικηγόρος. Οι ίδιες
πηγές λένε ότι πέθανε το 1973 στην Oklahoma.
Ο
σύγχρονος Κινέζος ζωγράφος Yue Minjun φιλοτέχνησε ένα πίνακα που ονόμασε «Η
σφαγή της Χίου». Πουλήθηκε το 2007 σε δημοπρασία έναντι 4,1 εκατομμυρίων
δολαρίων.
Άλλαξε κάτι από τότε ως σήμερα;
Ναι, δεν υπάρχουν πλέον πνευματικοί άνθρωποι, όπως ο Ντελακρουά, ο Βίκτωρ Ουγκώ, ούτε Άριστοι όπως ο Κωνσταντίνος Κανάρης κι άλλοι, ανάλογου ψυχικού και πολεμικού μεγέθους, για να διαπιστώσουν δημόσια το ασυμβίβαστο και παράλογο της τουρκικής βαρβαρικής μουσουλμανικής φυλής, σε σχέση με τον ανθρωπισμό, την φιλοσοφία, τον διαφωτισμό, όπως και την αδυναμία συνύπαρξης πολιτισμένων ανθρώπων και φανατικών μουσουλμάνων κι όσοι κι αν υπάρχουν, χαρακτηρίζονται από τον αμόρφωτο όχλο «φασίστες» και «ρατσιστές».
Το Ελληνόπουλο (1828) Βίκτωρ Ουγκώ
Τούρκοι διαβήκαν. Χαλασμός, θάνατος πέρα ως πέρα.
Η Χίο, τ’ όμορφο νησί, μαύρη απομένει ξέρα,
με τα κρασιά, με τα δεντρά
τ’ αρχοντονήσι, που βουνά και σπίτια και λαγκάδια
και στο χορό τις λυγερές καμιά φορά τα βράδια
καθρέφτιζε μεσ’ τα νερά.
Ερμιά παντού. Μα κοίταξε κι απάνου εκεί στο βράχο,
στου κάστρου τα χαλάσματα κάποιο παιδί μονάχο
κάθεται, σκύβει θλιβερά
το κεφαλάκι στήριγμα και σκέπη του απομένει
μόνο μιαν άσπρη αγράμπελη σαν αυτό ξεχασμένη
μεσ’ την αφάνταστη φθορά.
Φτωχό παιδί, που κάθεσαι ξυπόλυτο στις ράχες
για να μην κλαις λυπητερά, τ’ ήθελες τάχα να ‘χες
για να τα ιδώ τα θαλασσά
ματάκια σου ν’ αστράψουν νε, να ξαστερώσουν πάλι
και να σηκώσεις χαρωπά σαν πρώτα το κεφάλι
με τα μαλλάκια τα χρυσά;
Τι θέλεις άτυχο παιδί, τι θέλεις να σου δώσω
για να τα πλέξης ξέγνοιαστα, για να τα καμαρώσω
ριχτά στους ώμους σου πλατιά
μαλλάκια που του ψαλιδιού δεν τάχει αγγίξει η κόψη
και σκόρπια στη δροσάτη σου τριγύρω γέρνουν όψη
και σαν την κλαίουσα την ιτιά;
Σαν τι μπορούσε να σου διώξει τάχα το μαράζι;
Μήπως το κρίνο απ` το Ιράν, που του ματιού σου μοιάζει;
Μην ο καρπός απ’ το δεντρί
που μεσ’ στη μουσουλμανική παράδεισο φυτρώνει,
κι έν’ άλογο χρόνια εκατό κι αν
πιλαλάει, δε σώνει
μεσ’ απ’ τον ίσκιο του να βγει;
Μη το πουλί που κελαηδάει στο δάσος νύκτα
μέρα και με τη γλύκα του περνάει και ντέφι και φλογέρα;
Τι θες κι απ’ όλα τούτα τα αγαθά;
Πες. Τ’ άνθος, τον καρπό; Θες το πουλί;
-Διαβάτη,
μου κράζει το Ελληνόπουλο με το γαλάζιο
μάτι:
Βόλια, μπαρούτι θέλω. Να.
Μετάφραση στα ελληνικά: Κωστής Παλαμάς
Terrapapers Newsletter
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου